20/8/12

Καλοκαίρι στην Ελλάδα της κρίσης: Απ`τη Μύκονο ως ...τον Πάγκαλο.



Πάει, λέει, η ανεψιά μιας φίλης στη Μύκονο . 

Παρένθεση: δεν είναι από πλούσια οικογένεια, αλλά από γονείς που δεν πάνε πουθενά και στερούνται όσα μπορούν να στερηθούν, για να μπορέσει να ακολουθήσει το παιδί την παρέα του. Κλείνει η παρένθεση. 

Πάνε λοιπόν τρεις κοπέλες στην παραλία. Στη Μύκονο. Και χύνονται στις ξαπλώστρες. Στην παραλία. Όπου τις πλησιάζει ένας ηλιοκαμένος, ψηλός, ξανθός, καλογυμνασμένος, χαμογελαστός ημίθεος. Κι εκεί που σκέφτονται και οι τρεις το ίδιο πράγμα (αχ, ας την πέσει σ` εμένα), ο ημίθεος...


...αλλοδαπός απροσδιορίστου εθνικότητος, τους λέει σε σπαστά ελληνικά: «Έξι ευρώ οι ξαπλώστρος με το ομπρέλα.» 

Σοκάρονται οι κοπέλες, πρώτον, επειδή δεν ερχόταν ο παιδαράς να την πέσει σε καμία, δεύτερον, επειδή δεν μπορούν να καταλάβουν από πού κρατάει η σκούφια του και τρίτον, επειδή τα έξι ευρώ τους φαίνονται πολλά. Παίρνει το δεκάρικο ο ξανθός νέος και στέκεται, με τη γλώσσα του σώματος να εκφράζει αναμονή. Τα μάτια των τριών κοριτσιών, εκφράζανε προφανώς απορία, επειδή ο ξανθός νεανίας ξαναμίλησε: «Άλλα δώδεκος ευρώ τέλω, είναι έξι ευρώ η κάθε ξαπλώστρος, όχι όλος!» «Της θειας σου ο στόλος», απάντησε η ανεψιά της φίλης μου (αν και στην πραγματικότητα δεν είπε «στόλος»), αλλά τα 12 ευρώ τα έδωσαν οι κοπέλες. Σύνολον 18 ευρώ. Για να στριμωχτούν τρεις κοπέλες κάτω από μια ομπρέλα, σε τρεις ξαπλώστρες. Συνολικά, μαζί με καφέδες, νερά και από μια μπύρα, η βουτιά στη θάλασσα εκείνη τη μέρα τους κόστισε περί τα 56 ευρώ. Σημειωτέον. Ο νεαρός ημίθεος είναι ρωσικής καταγωγής, αλλά «ο αφεντικός», όπως τον αποκάλεσε είναι Έλληνας. Στην Ελλάδα της κρίσης. Ακόμα πιο σημειωτέον. Από τα 56 ευρώ, τα 18 που αφορούσαν την ομπρέλα και τις ξαπλώστρες, ήταν κατάμαυρα. Αυτά στη Μύκονο. 

Πάμε Χαλκιδική τώρα. Βρισκόμαστε σε γνωστό Beach Bar κάπου μεταξύ Goodstateland και Savetown (Καλλικράτεια και Σωζόπολη). Ζευγάρι. Δύο καφέδες και δύο νεράκια, εννέα ευρώ. Και επειδή στους 35 βαθμούς τα νεράκια ζεσταίνονται γρήγορα, θα πάρεις άλλα δύο τουλάχιστον, στο τρίωρο ή τετράωρο που θα μείνεις στην παραλία (μίνιμουμ). Άρα, πάει το 10άρικο. Δεν πληρώνεις τις ξαπλώστρες και την ομπρέλα (ευτυχώς), αλλά και πάλι, αν κανονίσεις μια εβδομάδα διακοπές εκεί και πας κάθε μέρα για μπάνιο στο beach bar, θες, στην ξεφτίλα, 70 ευρώ για να κάνεις μπάνιο πίνοντας καφέ. Το αποτέλεσμα; Τα μπιτσόμπαρα σχεδόν άδεια σε σύγκριση με το παρελθόν με τις μισές ξαπλώστρες άδειες. Και η παραλία ανάμεσα στα μπιτσόμπαρα, γεμάτη από ομπρέλες, καρεκλάκια, ψάθες, εσωθερμικά τσαντάια με σάντουιτς, και θερμός με καφέ και νερό, που έφερναν οι λουόμενοι μαζί τους. Συνολική αξία του καφέ για όλη την εβδομάδα; Ούτε επτά ευρώ. Κι άσε το μπιτσόμπαρο. Και βλέπεις το αποτέλεσμα και λες από μέσα σου. Καλά να πάθει ο χλεχλές με το μπιτσόμπαρο. Διότι, αν είχε τον καφέ 1,5 ευρώ θα ήταν γεμάτος. Κι αν είχε κατεβάσει την μπύρα στα τρία ευρώ, αντί για έξι ή επτά, τότε, το ίδιο ζευγάρι, δύο ώρες μετά τον καφέ, θα έπαιρνε και δύο έως τέσσερις μπύρες , ίσως μαζί με κανένα σνακ. Αλλά μπα… 

Ο «μάγκας» ο Έλληνας τουριστο-επιχειρηματίας, με το μπιτσόμπαρο, ο ίδιος που κλαίγεται για το πόσο χάλια πάει η οικονομία, είναι αυτός που προσπαθεί να βρει τρόπους, για να μετακυλήσει όλο το κόστος της κρίσης στην πελατεία του και να έχει όσο το δυνατόν λιγότερη χασούρα ο ίδιος. Είναι αυτός που θα κόψει απόδειξη για όλους τους καφέδες που θα πουλήσει πανάκριβα, αλλά κι εκείνος που θα πουλήσει 50 καφέδες εξίσου πανάκριβα, μα θα κόψει απόδειξη για τους μισούς. Και τελικά είναι αυτός που δεν θα χαλαστεί για τις άδειες ξαπλώστρες, διότι μετά από ένα καλοκαίρι με τις μισές γεμάτες, πάλι κερδισμένος θα είναι, και με τα μισά κέρδη… αφανέρωτα. Και αναρωτιέσαι: Το ρημάδι το κράτος, δεν μπορεί να βρει τρόπο να τον ελέγξει σωστά και να τον φορολογήσει δικαίως τον κύριο; Που θα τον βρει; Εύκολο. Ας ξεκινήσει να ψάχνει από τις νεόδμητες εξοχικές κατοικίες, που χτίστηκαν μέσα στο δάσος, με την ανοχή (και πιθανώς το αζημίωτο) κάποιων κρατικών υπαλλήλων. 

Κι αν δεν βρουν τον ιδιοκτήτη του μπιτσόμπαρου, ίσως βρουν τον άλλο Έλληνα μάγκα «μεγαλοεπιχειρηματία». Αυτόν από το αστικό κέντρο, ή τη βιομηχανική ζώνη, που μειώνει προσωπικό και περικόπτει μισθούς, προκειμένου να μην επωμιστεί μερίδιο από την κρίση, να μην περιορίσει το περιθώριο κέρδους, ούτε το ύψος των κερδών, ώστε να μην χρειαστεί να μετακομίσει από τη μονοκατοικία των 350τμ σε διαμέρισμα των 140τμ, ούτε να αναγκαστεί να αλλάξει τη θωρακισμένη Mercedes με αθωράκιστο Skoda. Διότι μετά πως θα δηλώνει «μεγαλοεπιχειρηματίας» και με τι μούτρα θα παρκάρει έξω από τα in μαγαζιά της Παραλιακής στην Αθήνα, ή της Καλλιθέας στη Χαλκιδική, ανάμεσα στις Mercedes των φίλων του; Ας μείνουν στο δρόμο πέντε εργαζόμενοι καλύτερα. Κι ας μεγαλώσει η κρίση στη χώρα, αφού αυτοί οι πέντε, θα πάψουν πλέον να καταναλώνουν, μεγαλώνοντας την ύφεση, που …πλήττει και την δική του επιχείρηση. Ε, τουλάχιστον αυτό το ρημάδι το κράτος, ας εισπράττει το φόρο από αυτόν τον «μεγαλοεπιχειρηματία». 

Κι ας βάλει λίγο «χέρι» και στους βενζινοπώλες, που αρνούνται επίσης να «συμμετέχουν» στα βάρη της κρίσης, προσπαθώντας να «βγάλουν το χειμώνα» από τα χρήματα εκείνων που εξακολουθούν να κινούν τα αυτοκίνητά τους για να πάνε σε κάποια παραλία. Διότι βλέπεις την τιμή της αμόλυβδης στα βενζινάδικα, και αναρωτιέσαι… Δεν υπάρχει ένας βενζινοπώλης, με αίσθημα αλληλεγγύης γι`αυτόν τον φουκαρά οικογενειάρχη με το υπερφορτωμένο fiat του 1986, που καίει τ` άντερά του για να πάει τρεις ενήλικες (οδηγός, σύζυγος και πεθερά) και τρία κουτσούβελα ως την παραλία; Αφού περάσεις καμιά 50αριά βενζινάδικα στον ίδιο οδικό άξονα, καταλαβαίνεις πως μάλλον δεν υπάρχει. Και αναρωτιέσαι πάλι… Τουλάχιστον, αυτό το ρημάδι το κράτος δεν μπορεί να τσακώσει τους βενζινοπώλες που ακόμα κι ο πιο μπουνταλάς οδηγός αντιλαμβάνεται ότι νοθεύουν τα καύσιμα; (Και συχνά εξακολουθούν να μην κόβουν απόδειξη αν δεν την ζητήσεις εσύ). 

Και βέβαια, με όλα αυτά, ούτε στο ελάχιστο δεν θέλω να επιβραβεύσω το «μαζί τα φάγαμε» του επίμονου Θεόδωρου Πάγκαλου. 

Διότι, ο Έλληνας δεν είναι έτσι. Το 70% των Ελλήνων δεν είναι χαραμοφάηδες, επειδή το 30% μπορεί να είναι. Το 20% των πιθανώς αφιλότιμων, δεν τους κάνει όλους τους Έλληνες αφιλότιμους. Το 35% των πιθανώς φοροφυγάδων, δεν τους κάνει όλους φοροφυγάδες. Το 25% των πιθανώς κλεφτών, δεν τους κάνει όλους κλέφτες. Και το 15% των πιθανώς αδίστακτων φιλοτομαριστών, δεν τους κάνει όλους τους Έλληνες αδίστακτους φιλοτομαριστές. 

«Μαζί τα φάγατε» κύριε Πάγκαλε…. Εσείς, με τους λίγους. Τους λίγους που «εκπαιδεύσατε» στο …φάγωμα, εσείς και οι επί δεκαετίες κυβερνήτες της χώρας όμοιοί σας –κυρίως «σοσιαλιστές»- από την εποχή που ο Ανδρέας Παπανδρέου, έλεγε ότι «ένα δωράκι δεν πειράζει». «Μαζί τα φάγατε» κύριε Πάγκαλε. Εσείς και αρκετοί άλλοι Έλληνες. Αλλά δεν έχουν την ίδια ευθύνη, ούτε καν αυτοί. Διότι εσείς και κάποιοι σαν εσάς, τους δείξατε πώς να το κάνουν. Κι εσείς (και άλλοι σαν εσάς) νομοθετήσατε έτσι, ώστε να τους διευκολύνετε να το κάνουν. Και τελικά, αυτοί μάλλον είναι όσοι επί μακρόν «τσιμπολογούσανε», προκειμένου μεταξύ τους να …κρύβονται με ασφάλεια όσοι πραγματικά «τρώγανε». 

Αντί λοιπόν να βγαίνετε να μας λέτε για τους υδραυλικούς και τους ηλεκτρολόγους που κι εμείς ξέρουμε εδώ και χρόνια ότι συχνά χρεώνανε (ή χρεώνουν) πολλά και αρκετά συχνά χωρίς να δίνουν απόδειξη, καλύτερα να μας πείτε, άλλα. 

Εξιστορείστε μας, για παράδειγμα, για το ποιοι εξυπηρετήθηκαν από ποιους, όταν η απιστία στην υπηρεσία έγινε δια νόμου πλημμέλημα από κακούργημα που ήταν, για πάρα πολλά χρόνια. Ή για το ποιοι εξυπηρετήθηκαν με το Νόμο περί Τύπου, που σε συνδυασμό με τις διατάξεις περί «προσωπικών δεδομένων», προστατεύει την ανωνυμία εγκληματιών του κοινού ποινικού δικαίου (και μεταξύ αυτών και κάποιων άλλων), ενώ δημιούργησε τη …βιομηχανία αγωγών σε βάρος δημοσιογράφων που τολμούσαν να κάνουν αποκαλυπτικά ρεπορτάζ. 

Αυτά είναι τα ενδιαφέροντα κύριε Πάγκαλε. Κι αυτά είναι που θα δείξουν, ποιοι ήταν οι ουσιαστικοί συνδαιτημόνες σας στο τραπέζι… 


Δημοσιεύτηκε στο ThinkFree

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Όλα τα σχόλια είναι καλοδεχούμενα, ακόμα και όταν διαφωνείτε με τα αναγραφόμενα. Μόνος κανόνας, η στοιχειώδης ευγένεια και ο σεβασμός του συνομιλητή